Η γιαγιά Δέσποινα γεννήθηκε το 1882 στη Συνασό. Σε πολύ νεαρή ηλικία παντρεύτηκε τον Σταύρο Προκόπογλου από το Οζγάτι της Καππαδοκίας. Έζησαν στο Οζγάτι, όπου απέκτησαν πέντε παιδιά, 1 κόρη και 4 γιους. Ο Σταύρος διατηρούσε συνεταιρικά ποτοποιείο, όπου και παρασκεύαζε ούζο. Μοίραζε το εμπόρευμα του μαγαζιού σε διπλανά χωριά ενώ ο συνεταίρος του κρατούσε το κατάστημα. Σκοτώθηκε το 1908 αφήνοντας την Δέσποινα χήρα με 5 μικρά παιδιά. Ο συνεταίρος κράτησε ολόκληρο το μαγαζί χωρίς να αποζημιώσει την χήρα του συνεταίρου του. Η Δέσποινα επέστρεψε στη Συνασό, στο προικώο σπίτι της, σε άσχημη οικονομική κατάσταση και χωρίς οικογενειακή στήριξη. Άρχισε να υφαίνει χαλιά στον αργαλειό, για να εξασφαλίσει την επιβίωση της οικογένειάς της ενώ όποιο από τα παιδιά της μεγάλωνε αναζητούσε και εκείνο εργασία για να βοηθήσει την μητέρα του. Ο γιος της Ιωακείμ το 1915, μόλις σε ηλικία 13 ετών, αναχώρησε για την Κωνσταντινούπολη μαζί με τον μεγαλύτερο αδερφό του Πρόδρομο για να εργαστεί. Έμεναν σε μια θεία τους αρχικά και στη συνέχεια σε αποθήκες των μαγαζιών που δούλευε. Μετά από περιπλάνηση σε κάποια καταστήματα βρήκε δουλειά στο κατάστημα εδώδιμων αποικιακών του Ιωάννη Κτυπιάδη, ο οποίος γρήγορα εκτίμησε την εργατικότητα και τις ικανότητες του νεαρού Ιωακείμ, προσφέροντάς του καλύτερη θέση στην επιχείρηση και περισσότερα χρήματα.
Η Δέσποινα Προκόπογλου με τους τέσσερις γιους της έφτασαν στην Ελλάδα ως ανταλλάξιμοι πρόσφυγες το 1924. Η κόρη της Κατίνα ήταν παντρεμένη από χρόνια στην Κωνσταντινούπολη και εξαιρέθηκε από την Ανταλλαγή. Εγκαταστάθηκαν αρχικά σε ένα σπίτι στα κάτω Πατήσια ενώ οι γιοι της δραστηριοποιήθηκαν στον Πειραιά και γρήγορα κατάφεραν να πετύχουν μέσα από τη σκληρή δουλειά. Από διαφορετικές εργασιακές αφετηρίας τα αδέλφια Προκοπιάδη –όπως άλλαξαν το επίθετό τους- συνεργάστηκαν και δημιούργησαν τα Ηνωμένα Ζαχαροπλαστεία Αλάσκα, εξασφαλίζοντας στους ίδιους, τις οικογένειες τους και τη μητέρα τους μια άνετη ζωή στο νέο τόπο εγκατάστασης. Το χειροποίητο χαλί της γιαγιάς Δέσποινας –ένα από τα ελάχιστα αντικείμενα που έφερε μαζί της– βρίσκεται σήμερα σε χρήση στο σαλόνι της δισεγγονή της Αναστασίας Σαραντάρη. Όλοι θαυμάζουν ακόμη και σήμερα τα σχέδια και τα φανταχτερά του χρώματα.