Ο Αναστάσιος Πολυχρονιάδης από την περιοχή του Μεταλλείου Σιμ της Υποδιοικήσεως Κιουμιούς-Χατζή – Κιοΐ του Νομού Σεβαστείας παντρεύτηκε στα 1910 την Ελισάβετ Αλσάνογλου από την Ανδρονίκεια της Καπποδικείας. Ζούσαν στην Σαμψούντα και απέκτησαν το 1913 την κόρη τους Μαρία και λίγο αργότερα το γιο τους Όμηρο. Το 1916, ο Αναστάσιος Πολυχρονιάδης υπό το φόβο των τουρκικών διωγμών, άφησε την οικογένειά του, διέσχισε σχεδόν όλη τη Οθωμανική Τουρκία και έφτασε στην Αίγυπτο και από εκεί στην Θεσσαλονίκη. Συνεργάστηκε με τους συντοπίτες του Νικόλαο Συμεωνίδη και Ιωάννη Παπαδόπουλο και ξεκίνησαν μια επιχείρηση εμπορίας και εκτελωνισμού με ειδίκευση τα υφάσματα. Στο πλαίσιο της Συμφωνίας της Ανταλλαγής των πληθυσμών, το 1923 η σύζυγός του Ελισάβετ και τα δύο τους παιδιά πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς. Από την Αμισό έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη, από εκεί στην Αχαΐα και στην συνέχεια στην Κέρκυρα.
Ο Αλέξανδρος Ουσταμπασίδης και ο Αναστάσιος Πολυχρονιάδης, έλαβαν ειδική άδεια από την Επαναστατική Κυβέρνηση και το υπουργείο Υγιεινής, ναύλωσαν ένα καΐκι και ξεκίνησαν από την Θεσσαλονίκη την προσπάθεια να ενώσουν ξανά τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής τους και να συνδράμουν στην μετέγκαταστασή τους στην Μακεδονία. Σε ένα από αυτά τα ταξίδια, ο Αναστάσιος Πολυχρονιάδης βρήκε ξανά την οικογένειά του, την σύζυγο και τα δύο του παιδιά και επέστρεψαν όλοι μαζί στην Θεσσαλονίκη. Εγκαταστάθηκαν σε ένα σπίτι στη πλατεία Συντριβανίου, ενώ σύντομα στην οικογένειά τους προστέθηκαν δύο νέα μέλη, ο Ευστάθιος και ο Λεωνίδας. Η οικογένεια μετακόμισε πολλές φορές, ενώ δεν αιτήθηκε ποτέ για προσφυγική αποκατάσταση. Το εκτελωνιστικό γραφείο πέρασε στον Όμηρο και στον Λεωνίδα Πολυχρονιάδη.
Η Ελισάβετ Αλσάνογλου έφερε μαζί της λιγοστά αντικείμενα που είχαν μεγάλη συναισθηματική ή χρηστική αξία, ενώ τα πιο πολύτιμα από τα τιμαλφή της, τα είχε ήδη δώσει για να μπορέσει να «σωθεί» ο σύζυγός της. Στην κόρη της Μαρία πέρασαν μια ραπτομηχανή και μερικά κιλίμια. Σήμερα, η ραπτομηχανή βρίσκεται στην κατοχή της εγγονής της Ελισάβετ, Μάρθας Καρπόζηλου. Για την ίδια η αξία της είναι «ανυπολόγιστη» και αποτελεί ένα από τα πιο «πολύτιμα αντικείμενα» που έχει στην κατοχή της. Είναι «το παρελθόν της οικογένειάς της» και η μόνη σύνδεση που της έχει απομείνει από το τόπο καταγωγής της.