Συνεχίζοντας το γνέσιμο του μαλλιού

Το γνέσιμο του μαλλιού αποτελεί κύριο στάδιο της υφαντικής προεργασίας. Ήταν μια χρονοβόρα διαδικασία, μια εργασία που απαιτούσε πολύ υπομονή, προκειμένου να παραχθεί λεπτό νήμα. Το γνέσιμο γινόταν με τρία κλωστικά εργαλεία: τη ρόκα, το αδράχτι και το σφοντύλι, ενώ τύλιγαν τη κλωστή ώστε να γίνει κουλούρα χρησιμοποιώντας το «τυλιγάδι».

Τα μάλλινα γάντια της δουλειάς

Ο Κωνσταντίνος Νικολαΐδης γεννήθηκε το 1873. Η καταγωγή του, όπως και αυτή της γυναίκας του, Ουρανίας, ήταν από τη Νίγδη Ικονίου. Ο Κωνσταντίνος Νικολαΐδης εργαζόταν στη Νίγδη στο Οθωμανικό Μονοπώλιο Καπνού, στη λεγόμενη Regie. Το ζευγάρι απέκτησε τέσσερα παιδιά, δύο αγόρια και δύο κορίτσια. 

Μια ραπτομηχανή από την Τραπεζούντα

Η ραπτομηχάνη του Ηλία Βασιλειάδη, ανενεργή από χρόνια, βρίσκεται πλέον στην κατοχή της εγγονής του Βασιλικής Τσουχνικά. Ένα πολύτιμο οικογενειακό κειμήλιο που εξασφάλισε στη οικογένεια της μητέρας της την επιβίωση για δεκαετίες.

Τα σύνεργα ενός γιατρού από την Πάνορμο

Η οικογένεια ήρθε στην Ελλάδα το 1922. Στη Θεσσαλονίκη ο Αναστάσιος Μαλκότσης (1869-1957) συνέχισε να ασκεί την ιατρική στην περιοχή του Αγίου Φανουρίου Τούμπας. Πήρε μαζί του από την Πάνορμο το δερμάτινο ιατρικό βαλιτσάκι του, ιατρικά εργαλεία και σύνεργα (ψαλίδια, λαβίδες, φιαλίδια, σύριγγες, βελόνες, σταγονόμετρα) και την μπρούντζινη πινακίδα που είχε στο ιατρείο του, η οποία αναγράφει στα ελληνικά και στα αρμενικά το ονοματεπώνυμο και την ιδιότητά του.

Ζυγίζοντας προϊόντα σε κάθε πατρίδα: Σούρμενα – Κερτς – Βατούμ – Πειραιάς

Από το μπακάλικο στον Πόντο, στο Βατούμ και από εκεί πλανόδιος μανάβης στον Πειραιά, ο Γεώργιος Τσουχνικάς πήρε δυο φορές τον δρόμο της προσφυγιάς με την οικογένειά του, κουβαλώντας μαζί του λιγοστά αντικείμενα. Τα ζύγια της ζυγαριάς του ήταν ανάμεσα σε αυτά, εργαλείο δουλειάς αλλά και ανάμνηση από τα μαγαζιά που κάθε φορά άφηνε πίσω του και ελπίδα για μια νέα χρήση στη νέα ζωή.

Μια ραπτομηχανή Singer

Το Μουσείο της Μέριμνας Ποντίων Κυριών με τίτλο «Κεντώντας τη μνήμη» εγκαινιάστηκε το 2005. Ανάμεσα στα αντικείμενα της συλλογής του, αρκετά που ήρθαν από τον Πόντο και τη Ρωσία και που διέτρεξαν τον χώρο και τον χρόνο, βρίσκεται μία ραπτομηχανή singer που χρησιμοποιήθηκε από το 1911 στην Τραπεζούντα και μετά στη Θεσσαλονίκη.

Η ραπτομηχανή ακόμα δουλεύει

Η ραπτομηχανή -που συνεχίζει να δουλεύει- κρύβει την ιστορία της μετακίνησης της οικογένειας Μιχαηλίδου από τον Πόντο, στη Ρωσία και στη συνέχεια στην Ελλάδα. Ένα αντικείμενο βαρύ και δύσκολο στη μεταφορά του, με μεγάλη όμως συμβολική και πρακτική αξία επέλεξε η Αναστασία Μιχαηλίδου να φέρει μαζί της αναδεικνύοντας πτυχές της πρακτικότητας και των χρηστικών επιλογών που κάνουν οι μετακινούμενοι κάθε περιόδου.

Μια ραπτομηχανή από τη Σαμψούντα

Ο Αλέξανδρος Ουσταμπασίδης και ο Αναστάσιος Πολυχρονιάδης, έλαβαν ειδική άδεια από την Επαναστατική Κυβέρνηση και το υπουργείο Υγιεινής, ναύλωσαν ένα καΐκι και ξεκίνησαν από την Θεσσαλονίκη την προσπάθεια να ενώσουν ξανά τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής τους και να συνδράμουν στην μετέγκαταστασή τους στην Μακεδονία. Σε ένα από αυτά τα ταξίδια, ο Αναστάσιος Πολυχρονιάδης βρήκε ξανά την οικογένειά του, την σύζυγο και τα δύο του παιδιά και επέστρεψαν όλοι μαζί στην Θεσσαλονίκη. Η σύζυγός του, Ελισάβετ Αλσάνογλου έφερε μαζί της μια ραπτομηχανή.

Δύο πέτρινες μήτρες ψαρέματος από το Εγγλεζονήσι

Ο Γεώργιος Τρέχας και ο Κωνσταντίνος Ρασπίτσος γεννήθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα στο Εγγλεζονήσι της Μικράς Ασίας, ενα μικρό νησί στον κόλπο της Σμύρνης με πληθυσμό γύρω στις 2.500 ανθρώπους, κυρίως χριστιανούς. Και οι δύο δούλευαν από πολλοί μικροί ως ψαράδες για να συντηρήσουν τις οικογένειες τους. Δυο πέτρινες μήτρες για αγγίστρια, τι οποίες σήμερα έχει ο εγγονός του Γιώργου, Κωνσταντίνος Τρέχας, αποτελούν δύο από τα λιγοστά υπάρχοντα που έφεραν μαζί τους.